Η δοκιμασία κόπωσης γίνεται συχνά για να διαφωτίσει το γιατρό σε περίπτωση ανεξήγητων πόνων του ασθενούς στο στήθος, για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας φαρμάκων σε αρρυθμίες, υπέρταση και ισχαιμία μυοκαρδίου. Η εξέταση συνιστάται εντόνως σε άτομα χωρίς συμπτώματα που όμως έχουν αυξημένο κίνδυνο να πάσχουν από στεφανιαία νόσο, λόγω ύπαρξης προδιαθεσικών παραγόντων, οι κυριότεροι εκ των οποίων είναι το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η αύξηση της χοληστερίνης και των τριγλυκεριδίων, ο σακχαρώδης διαβήτης, το βεβαρημένο κληρονομικό ιστορικό, το έντονο άγχος και η υπέρταση.
Στην καθημερινή κλινική πράξη οι ασθενείς με στεφανιαία νόσο εξετάζονται σε ηρεμία, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις τα συμπτώματά τους εκδηλώνονται κατά ή μετά από σωματική κόπωση ή ψυχικές συγκινήσεις. Με τη δοκιμασία κόπωσης επιδιώκεται η πρόκληση των συμπτωμάτων σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο. Επίσης, για να ξέρει ένας ασθενής πόσο αντέχει η καρδιά του στην άσκηση όταν έχει προηγηθεί κάποια καρδιολογική επέμβαση.